"Να τους δώσουμε να καταλάβουν πως ο σοσιαλισμός είναι δύσκολο πράμα ακριβώς γιατί είναι μεγάλο πράμα. Δε φτάνει να πάρεις την εξουσία. Χρειάζεται να ζυμώσεις ξανά τον άνθρωπο που τον έπλασαν οι αιώνες, και να φτιάξεις απ’ την αρχή, καινούργιο…"
( "...και το τρένο τραβούσε για τα ξεχερσώματα")

Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου 2013

«Πιστεύω στο κόμμα μου και εκεί θα είμαι…» - Άγνωστες πτυχές της ζωής του Κώστα Πουρναρά (Μπόση). (Αφήγηση Χρ. Νταβαντζή – 3)



Ο Χρήστος Νταβαντζής
Αφήγηση Χρήστου Νταβαντζή μέρος τρίτο. Ο Χρήστος Νταβαντζής, συγχωριανός και συναγωνιστής του Κώστα Πουρναρά, είχε αναπτύξει μια στενή φιλική και συντροφική σχέση μαζί του, όπως είδαμε και σε προηγούμενες αναρτήσεις του ιστολογίου, που κράτησε μέχρι που ο Κ.Π. έφυγε από τη ζωή. Τον Σεπτέμβρη του 2011, συναντήσαμε τον 86χρονο (τότε) αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης στο σπίτι του όπου και μας μίλησε για τον Κ.Π. Θυμήθηκε προσωπικές στιγμές που έζησε μαζί του και κουβαλάει στη μνήμη του πάνω από 75 χρόνια, αλλά και στιγμές από τα μεταγενέστερα χρόνια και μας διηγήθηκε χαρακτηριστικά περιστατικά που σκιαγραφούν τη ζωή και τη δράση του κομμουνιστή δάσκαλου-συγγραφέα. Όσα μας διηγήθηκε ο Χρ. Νταβαντζής μαγνητοφωνήθηκαν και παρουσιάζονται από το ιστολόγιο, όπως ακριβώς καταγράφηκαν (με κόκκινο οι ερωτήσεις-παρεμβάσεις του ιστολογίου).

Σύντροφε Χρήστο θέλω να μου πεις πως σε επηρέασε ο Κώστας Πουρναράς για να ενταχτείς στο κόμμα. Αν υπήρξαν συγκεκριμένα γεγονότα, πέρα από την γενικότερη  συμπεριφορά και δράση του που σε επηρέασαν.

Μου έκανε την εξής εντύπωση και μέσα μου γεννήθηκε, παρόλο που ήμαν μικρός ακόμα και δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω πολλά πράματα…αλλά αυτό που μου είπε για την εκκλησία. Ότι είναι ψεύτικα αυτά τα πράματα και ότι «μην ακούς, αυτά είναι παραμύθια». Από τότε δεν ξαναπήγα στην εκκλησία γιατί μ’ έστελνε η μάνα μου να πάω να μεταλάβω. Το θυμάμαι αυτό και το λέω πάντα, δεν ξαναπήγα στην εκκλησία να μεταλάβω. Πηγαίναμε στην εκκλησία όταν μας καλούσε ο δάσκαλος αναγκαστικά να πάμε, Κυριακή συντεταγμένοι οι μαθηταί του σχολείου και από τότε άρχισα να μην πιστεύω στην νηστεία. Η μάνα μου με νήστευε Παρασκευές και Τετάρτες, δεν μας έδινε γάλα να φάμε, ούτε αυγά και τρώγαμε μπομπότα σκέτη. Και ένα γεγονός που με ερέθισε και μου ‘δωσε έτσι…με αυτά που μου’ πε ο Κ.Π…

Μας πέθανε ένα αδερφάκι πέντε χρονών από πνευμονία και δεν είχαμε να πάμε στο γιατρό. Και ο γιατρός, που ήταν ο Αναγνώστου στο Βουργαρέλι, για να τον φέρουμε έπρεπε να πουλήσουμε μια γελάδα που είχε τότε 150 δρχ, το πολύ 200 η καλύτερη. Για ναρθεί αυτός με τ’ άλογο να δώσει και φάρμακο…δεν τα ‘χαμε…μια γελάδα είχαμαν, αν πουλάγαμε τη γελάδα πως θα ζούσαν οι υπόλοιποι… και από γάλα, αλλά πως θα κάναμαν και το χωράφι, πως θα σπέρναμαν τα χωράφια. Και ο πατέρας μου, την προηγούμενη μέρα προτού πεθάνει το παιδί αυτό…και πέθανε στην αγκαλιά μου…(παρατεταμένη σιωπή)

Πόσο χρονών ήσουν τότε;

Πόσο ήμαν εγώ…τότε ήμουνα 8 χρονών, 9…

Πέθανε στην αγκαλιά σου…

Ναι…

Αγόρι;

Αγόρι, ναι, ο Βασίλης. Βασίλη το λέγανε και το ‘χε βαφτίσει ο Κώτσιο Πουρναράς, ο πατέρας του Γιάννη. Ο πατέρας μου επειδή δεν είχαμε να φάμε τότε…είχε η μάνα μου γάλα και το’ χε φτιάξει «κορφή» για να το βαρέσει την άλλη μέρα να το κάνει ξυνόγαλο, για να βγάλει και λίγο βούτυρο…και στο ξυνόγαλο έριχνε και νερό μέσα και γίνονταν πιο πολύ και άντε να τρίβουμε μέσα μπομπότα για να φάμε. Κι ο πατέρας λέει «α, εγώ θα φάω, δεν μπορώ να κρατήσω άλλο, και παίρνει ένα πιάτο και παίρνει από μέσα απ’ την καρδάρα που είχαμε το γάλα που ήταν πηχτό κι έφαγε. Την άλλη μέρα το παιδί πέθανε. Η μάνα μου το θεώρησε…και το φώναζε ότι έκανε αμαρτία που έφαγε γάλα την Τετάρτη…γι’ αυτό πέθανε το παιδί.

Εμένα τότε δεν μου πήγε μέσα στην ψυχή μου, στο μυαλό μου, ότι αυτό ήταν η αιτία που πέθανε το παιδί, αλλά…αυτό το είχα όμως ένα ερώτημα και με πάλευε αυτό το πράμα, ότι είναι αλήθεια αυτό, πράγματι έκανε τέτοια αμαρτία ο πατέρας μου που ‘φαγε το γάλα και ο Θεός μας πήρε το παιδί;

Και με τα λόγια που μου είπε ο Κ.Π. ότι τα θρησκευτικά είναι παραμύθια, άρχισα να συνειδητοποιώ βαθύτερα πράματα, περισσότερα,  και γι’ αυτό άρχισα ν’ αποκόβομαι και από την εκκλησία και να μην πιστεύω πλέον στην κατεύθυνση της θρησκείας. Και στην πορεία, στην κατοχή, μπήκα στο κόμμα, πήρα κι άλλη καθοδήγηση κι έτσι ολοκληρώθηκα, βρήκα το δρόμο το σωστό.

Κάτι άλλο από αυτήν την ηλικία που να έχει σχέση με τον Κ.Π.;

Από αυτήν την ηλικία που να έχει σχέση με τον Κώστα δεν έχω άλλο τίποτα.

Κάτι που είχες ακούσει;

Εκείνο που είχα ακούσει…που άκουγα…έλεγαν…οι δεξιοί, ο Κώστα Τσιλιμίδης, ο Κώστα Παπαποστόλου, ο Βαγγέλη Καραλής, έλεγαν «ο Κώστα Πουρναράς είναι κομμουνιστής, τον πήγαν εξορία, αλλά μακάρι να’ ταν κι άλλοι τέτοιοι σαν τον Κ.Π.». Τον αναγνώριζαν σαν άνθρωπο, οι αντίπαλοί του…ιδεολογικά.

Και άμα σκεφτείς ότι τον καιρό που ήταν απάνου στη Ρουμανία (ο Κ.Π.) και είχε δοθεί μια ανακοίνωση από την (ελληνική) κυβέρνηση, ότι όσοι από τους πολιτικούς πρόσφυγες δεν ευθύνονται για φόνους, εγκλήματα, μπορούν να βάλουνε μια αίτηση στην πρεσβεία και όταν μαζευτούνε 250 υπογραφές από τους χωριανούς του, μπορεί να δώσει αμνηστία το κράτος και να ‘ρθει στην Ελλάδα. Και ο Κώστας τότε μας έγραψε ένα γράμμα, και κάναμε μια αίτηση και πήγαμε τότε στον Αλευρά ο οποίος  ήταν υπουργός στον Παπανδρέου…

Ο μετέπειτα πρόεδρος της Βουλής;

Ναι. Και μας είπε κάντε αυτή την ενέργεια και θα δούμε πως θα γίνει, θα το προωθήσουμε. Και πήγαμαν, κι ήρθαμαν στο χωριό και μαζέψαμαν υπογραφές κι εγώ πήγα… (στους) δεξιούς τώρα στον Κάτ’ Κάμπο (συνοικισμός της Χώσεψης) και δεν είπε κανένας όχι…

Μαζεύτηκαν παραπάνω από 250 υπογραφές, δηλαδή…

Βεβαίως! Και…ο Κώστα Σιώζος, δεξιότατος, λέει «για τον Κώστα Πουρναρά; βεβαίως!». Ο Κώστα Τσιλιμίδης (Παπαποστόλου) «τι λέει ρε!» μου λέει, για τον Κώστα θα βάλω δέκα υπογραφές εγώ!», δεξιότατος κι αυτός…θέλω να πω ποια ήταν  η εκτίμηση, η αποδοχή του από τον κόσμο, τον αντίπαλο.

Μαζέψαμε τις υπογραφές, τις φέραμε, μας έστειλε ο Αλευράς, πήγαμε στην ΚΥΠ που ήταν στη Σταδίου, το μεγάλο κτίριο που είναι τώρα το Μετοχικό Ταμείο Στρατού, στον 5ο όροφο και ένας λοχαγός εκεί πέρα, μόλις μας είδε (λέει): «κομμουνιστάκια είστε, ε; κομμουνάκια, ε;… ήρθατε εδώ πέρα για να φέρετε τους κομμουνιστές πάλι μέσα…». Του λέμε «κοίταξε να δεις, την αίτηση την έκανε ο άνθρωπος, δεν βαρύνεται με τίποτα, απ’ την πρεσβεία και το χωριό έδωσε τόσες υπογραφές»…

«Όχι 250, αλλά 550 να φέρετε, ο Κώστας Πουρναράς δεν έρχεται στη Χώσεψη» μας είπε ο λοχαγός…

Ενώ ήθελε να έρθει, έτσι;

Ήθελε να ‘ρθει. Βέβαια ήθελε. ΔΙΑΚΟΠΗ ΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΣΗΣ

ΣΥΝΕΧΕΙΑ. Όταν πήγα στη Ρουμανία, στο Σιμπίου, στο σπίτι του, το 1977 την πρώτη φορά, όταν με είδε έκανε μεγάλη χαρά και μείναμε στο σπίτι του παρόλο που  ο Τσαουσέσκου τότε…έπρεπε να κάνουν δήλωση όταν φιλοξενούσαν άλλους ανθρώπους στο σπίτι τους.  Αυτός δεν το ΄κανε, μου ΄πε «αϊ που θα πάω να κάνω και δήλωση που ΄ρθανε οι χωριανοί μου» και μείναμε στο σπίτι του.

Το βράδυ, αφού κουβεντιάσαμε διάφορα πράματα, το βράδυ μου λέει «Χρήστο θα κοιμηθούμε μαζί απόψε». Λέει στην Ιλιάνα (η γυναίκα του, Ρουμάνα) και φέρνει ένα στρώμα και το βάζει κάτω, έξω απ’ το δωμάτιο, σ’ ένα χωλ. Γιατί το σπίτι του ήτανε δυάρι, είχε δυο δωμάτια, το ένα ήταν σαν σαλόνι, το άλλο υπνοδωμάτιο και η κουζίνα, ένα διαδρομάκι…έτσι…διάδρομος ήταν αλλά το χρησιμοποιούσε και σαν σαλονάκι. Μου λέει «θα κοιμηθούμε εδώ απόψε, μαζί». Ξαπλώνουμε, στο στρώμα κάτου, δεν κοιμηθήκαμε καθόλου όλη τη νύχτα. Να με ρωτάει συνέχεια  για όλα τα άτομα του χωριού…που τα θυμόταν απορούσα. Τι κάνει πως είναι τι φτιάνει κι αυτά…με ρώταγε πως είναι η κατάσταση, πως υπήρξε μετά από τον Εμφύλιο πόλεμο…του έλεγα κι εγώ διάφορα πράματα, όσα γνώριζα κι εγώ γιατί κι εγώ έλλειπα απ’ το χωριό, γιατί δε ζούσα εκεί, έφυγα από το χωριό το ’46, ήμαν στην παρανομία στην Αθήνα…και είχε αυτός ο άνθρωπος μεγάλη δίψα για το χωριό του…αγάπη  στο χωριό…πέθαινε για το χωριό του.

Και μου είπε «ξέρεις Χρήστο, εμένα με διέγραψαν…το κόμμα… το κόμμα δεν είναι άτομα, ένα δυο τρία άτομα, είναι το σύνολο της εργατικής τάξης, αλλά τα άτομα αυτά τα οποία βρίσκονται στην ηγεσία…». «Γιατί σε διέγραψαν Κώστα;». «Διότι εγώ έβλεπα ότι πήρε δεξιά απόκλιση το κόμμα και πήγαινα στις συνελεύσεις κι έβαζα τη θέση μου τους έλεγα, σύντροφοι το κόμμα δεν πάει καλά, έχει πάρει δεξιά απόκλιση και τους έδινα διάφορα στοιχεία και αυτοί δεν δέχονταν με κανένα τρόπο την θέση μου προς αυτήν την κατεύθυνση και με διέγραψαν. Ωστόσο όμως εγώ δεν έπαψα να είμαι με το κόμμα, το κόμμα δεν είναι του Κώστα του Γιώργου του Γιάννη, εγώ πιστεύω στο κόμμα και εκεί θα είμαι και πιστεύω κάποια μέρα θα βρεθούν άνθρωποι να μπούνε σωστά στο δρόμο του κόμματος».

«Έπαιρνα» λέει, «όλες τις εφημερίδες. Μόλις πήγαινα εκεί στη συνέλευση φώναζε ένας εκεί και έλεγε: ήρθε ο Πουρναράς εδώ με την ‘Ακρόπολη’ στα χέρια να μας κάνει κριτική τώρα. Εγώ δεν πήγαινα να κάνω (κριτική) βάσει της ‘Ακροπόλεως’ αλλά (έπρεπε να ξέρουμε) και τι έγραφε η ‘Ακρόπολη’, διότι ο Λένιν είπε ‘πρέπει να διαβάζεις πρώτα τον αντίπαλο τύπο για να βγάζεις συμπεράσματα, για να ξέρεις πως θα συμπεριφερθείς, γιατί άμα δεν μάθεις, δεν ξέρεις τι λεν αυτοί, τι κάνουνε, εσύ βγάζεις τη δική σου την ιδεολογία σου μπροστά αλλά τι λέει ο άλλος πρέπει να το ξέρεις για να μπορέσεις να προχωρήσεις εσύ. Κι εγώ έκανα αυτό, διάβαζα όλα αυτά (ελληνικές εφημερίδες-έντυπα) που έρχονταν εδώ πέρα κι έβγαζα τα συμπεράσματα και έβλεπα, αλλά έβλεπα και στη δράση…και με διέγραψαν. Ωστόσο εγώ ήμαν στο κόμμα, ήμαν διαφωτιστής στο Ραδιοφωνικό Σταθμό εδώ που είχαμε κι όταν έγινε η επίθεση από τους οπορτούνες, με τη συνδρομή της αστυνομίας του Τσαουσέσκου, σπάσανε με βαριές και με λοστάρια το Σταθμό και πήραν το αρχείο του κόμματος…όσα μπόρεσαν και ό,τι μπόρεσα πήρα κι εγώ, μερικά πράματα και σώθηκαν ορισμένα στοιχεία. Αλλά όμως τα περισσότερα τα πήρανε (αυτοί). Αυτά μου είπε για το…

(Τον διακόπτω νομίζοντας πως τελείωσε): πότε διαγράφτηκε;

Συγκεκριμένα δεν ξέρω τώρα. Εγώ πήγα το ’77, ήταν διαγραμμένος. Επανήλθε όμως, απ’ ότι μου είπε ο Ζούνης και μετά από πολύ χρόνο τον ξαναδιέγραψαν. Παρόλο όμως που τον διέγραψαν, του έδιναν δουλειά, η οργάνωση του Βουκουρεστίου, γιατί ο Ζούνης ήταν μέσα σε αυτή τη δουλειά εκεί, και την διεκπεραίωνε ο Κ.Π. χωρίς να ζητάει λεφτά. «Εμείς λέγαμε να τον πληρώσουμε», έλεγε ο Ζούνης, αυτός όμως έλεγε «δεν πληρώνομαι εγώ, είναι για το κόμμα». Μου τα έλεγε ο Ζούνης αυτά, ο Βασίλης ο Ζούνης.

Ποιος ήταν ο Ζούνης;

Καθηγητής φιλόλογος που είχε σπουδάσει στο Ιάσιο. Ήταν στην κομματική οργάνωση του Βουκουρεστίου και μετά ήρθε στην Ελλάδα. Ήταν στη Σύγχρονη Εποχή (εκδοτικό) και μετά πήγε στον Περισσό. Από κει πήρε σύνταξη.

ΔΙΑΚΟΠΗ ΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΣΗΣ.
Τέλος τρίτου μέρους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: