"Να τους δώσουμε να καταλάβουν πως ο σοσιαλισμός είναι δύσκολο πράμα ακριβώς γιατί είναι μεγάλο πράμα. Δε φτάνει να πάρεις την εξουσία. Χρειάζεται να ζυμώσεις ξανά τον άνθρωπο που τον έπλασαν οι αιώνες, και να φτιάξεις απ’ την αρχή, καινούργιο…"
( "...και το τρένο τραβούσε για τα ξεχερσώματα")

Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2012

Κώστας Πουρναράς (Μπόσης): «Για τον δρόμο που πήρα δεν το μετάνιωσα» - Όψεις της ζωής και του έργου του


 Ο Κώστας Πουρναράς (Μπόσης) πολιτικός 
επίτροπος του ΔΣΕ στις κορφές του Γράμμου

Α΄ Μέρος – Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ

«Για το δρόμο που πήρα δεν το μετάνιωσα καθόλου. Κι ο πατέρας μου κι ο πατέρας σου, […] όλοι οι άνθρωποι από καταβολής κόσμου, άλλος περισσότερο κι άλλος λιγότερο πάλεψαν να ζήσουν αφτοί, τα παιδιά τους και τ αγγόνια τους και πιο πολύ οι ερχόμενες γενιές καλύτερα.»(1) Ο Κώστας Πουρναράς (Κ.Π.) πάλεψε από διάφορα μετερίζια, απ’ όταν μικρό παιδί κατάλαβε  την κοινωνική αδικία, μέχρι το τέλος της ζωής του.


Ο κύκλος άνοιξε το 1908 στη Χώσεψη της Άρτας, ένα χωριό απλωμένο στις υπώρειες  των Τζουμέρκων(2). Ο Δημήτριος Κωνσταντίνου Πουρναράς (1870-1967) και η Γιαννούλα, το γένος Τσιρώνη (1873-1965) είχαν εφτά παιδιά. Την Ελένη, τη Χαρίκλεια, τη Βασίλω, τον Κώστα, την Αγγέλω, τον Βελισσάρη(3) και τη Βαγγελή. Από τις αναφορές που υπάρχουν από συγγενείς και συγχωριανούς του(4), προκύπτει πως η οικογένεια του Δημ. Πουρναρά –αν και δεν ήταν πολύ πλούσια- βρισκόταν σε καλύτερη οικονομική κατάσταση από τις περισσότερες οικογένειες του χωριού. Όμως τα παιδικά του  χρόνια ο Κ.Π. δεν φαίνεται να τα έζησε με ανέσεις: «Η φωτογραφία της Βασίλως(5) μου έφερε μεγάλο πόνο. Μου θύμισε τα παιδικά μας χρόνια, τα Σπάρτα, την Κρύα Βρύση(6), την πείνα μας, την ξυπολησιά μας (…) τις βαριές για παιδιά δουλιές, τις δυσκολίες μας.»(7)


 Δημήτριος Κ. Πουρναράς (1870-1967) και Γιαννούλα το
 γένος Τσιρώνη (1873-1965), οι γονείς του Κώστα (Μπόση)

Τα πρώτα του γράμματα τα διδάχτηκε στο δημοτικό σχολείο της Ράμιας(8) και όχι της Χώσεψης. Ο λόγος ήταν ότι εκεί υπηρετούσε ο δάσκαλος Λαμπράκης από τους Σκιαδάδες, στενός φίλος του Δημ. Πουρναρά. Έτσι ο μικρός Κώστας ξεκινούσε τα χαράματα, από την Κρύα Βρύση της Χώσεψης για να διανύσει μια απόσταση αρκετών χιλιομέτρων μέχρι το σχολείο και επέστρεφε στο σπίτι το βράδυ. Στο σχολείο ήταν πολύ καλός μαθητής. Ξεχώρισε για την κλίση του στα μαθήματα της γλώσσας και την λογοτεχνία, που καλλιεργήθηκε αργότερα στο Γυμνάσιο της Άρτας,  από το οποίο αποφοίτησε με άριστα. Τον ελεύθερο χρόνο του –ανάμεσα στα μαθήματα- τον διέθετε  πάντα βοηθώντας στις δουλειές της οικογένειας, κυρίως  στα πρόβατα, μια δουλειά  δύσκολη που όμως αγαπούσε πολύ: «Κάποτε φύλαγα τα λίγα προβατάκια μας λίγο ψηλότερα απ το Ζυγοροκόπι. Βγήκε ο πατέρας σου(9) στη Στρογγούλα κι έβαλε τις φωνές: ‘Κωσταντή! Κωσταντή! Ο πατέρας σου είπε να κατεβείς στο χωριό, για να πας στα Γιάνενα, να δώσεις εξετάσεις στο Διδασκαλείο.’ Και σήμερα πολλές φορές το σκέφτηκα: Δε θα ήταν καλύτερα να είμαι τζομπάνος;!»(10)


Σε αυτό το κτίριο στεγάστηκε το «Διδασκαλείο Ιωαννίνων» από
 το 1913 έως το 1936. Εδώ φοίτησε ο Κώστας Πουρναράς
Οι προοδευτικές -για την εποχή- αντιλήψεις του πατέρα του, η σχετικά καλή οικονομική κατάσταση της οικογένειας και η αγάπη του Κ.Π. για τα γράμματα, ήταν αυτά που τον ώθησαν να δώσει εξετάσεις και  να περάσει  στο «Διδασκαλείο Ιωαννίνων»(11). Περισσότερο από μισό αιώνα αργότερα,  θα γράψει για τους γονείς του: «(Ο Δημ. Πουρναράς) κάθονταν στο πεζούλι του Γιάννη Παπά, έξυνε την μπάλα ή τη μύτη κι ώρες δεν έλεγε λέξη. Ωστόσο είχε και πολλά καλά. Ποτέ δε μας χτύπησε κι όταν η Γιαννούλα, ‘έψελνε’, αυτός δε σήκωνε καθόλου τον τόνο της φωνής του.»(12)

Ανήσυχο πνεύμα, από μικρό παιδί διέκρινε την κοινωνική ανισότητα, την φτώχεια και την δυστυχία που βίωνε η συντριπτική πλειοψηφία των συγχωριανών του και δεν συμβιβάστηκε με την κυρίαρχη αντίληψη πως «έτσι είναι τα πράγματα». Στα φοιτητικά του χρόνια ενστερνίστηκε τα ιδανικά της κοινωνικής δικαιοσύνης και του σοσιαλισμού και το 1930 σε ηλικία 22 χρόνων εντάσσεται στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΚΚΕ).


Βελισάριος Δ. Πουρναράς
Αποφοίτησε με άριστα από το «Διδασκαλείο Ιωαννίνων» και διορίστηκε   δάσκαλος στη Θράκη και στη συνέχεια στην Ανέζα, ένα χωριό στον κάμπο της Άρτας. Ήταν πολύ αγαπητός στους  μαθητές, αλλά και στους γονείς τους,  όπου κι αν  υπηρέτησε, και όλοι είχαν πάντα έναν καλό λόγο να πουν γι’ αυτόν, ακόμα και μετά από πολλά χρόνια. «Aκόμα και σήμερα τον θυμούνται με συγκίνηση στα χωριά που δούλεψε. Θυμούνται το δάσκαλο με το πλατύ χαμόγελο και τη μεγάλη καρδιά που περίμενε να πληρωθεί για να μοιράσει το μισθό του σε φτωχούς και ανήμπορους ενώ αυτός ζούσε ασκητικά και με τα λίγα τρόφιμα που του στελνε η κυρά-Δημήτραινα -η μάνα του– απ’ το χωριό.»(13) Η αγάπη του κόσμου για τον δάσκαλο Κώστα Πουρναρά δεν ήταν τυχαία. Ο ίδιος δεν είδε ποτέ την ιδιότητά του σαν επάγγελμα, μα σαν λειτούργημα που σκοπό είχε να μάθει τα παιδιά γράμματα, αλλά και να τα καθοδηγήσει να γίνουν άνθρωποι χρήσιμοι σε μια  κοινωνία που θα είχε στο επίκεντρό της τον Άνθρωπο.

Αγαπούσε πολύ τα παιδιά, έβλεπε τη φτώχεια και τη δυστυχία, συνθήκες μέσα στις οποίες ζούσαν αυτά και οι οικογένειές τους και έκανε προσπάθειες να τα βοηθήσει με όποιον τρόπο μπορούσε. «Ήταν ο δάσκαλος που δεν περιορίστηκε στα στενά δημοσιοϋπαλληλικά καθήκοντα αλλά έσκυψε με συμπόνια στον πάσχοντα άνθρωπο. Βοήθησε τον αδύνατο, πάλεψε για το δίκιο του αδικημένου και συμπαραστάθηκε στον ταπεινό και καταφρονεμένο. Σε κάποια στιγμή ένας απ’ την παρέα έτρεξε στο σπίτι του κι έφερε να μας δείξει ένα μαθητικό τετράδιο – εκείνου του καιρού - που είχε σχεδιασμένο απ’ το δάσκαλο ένα πρόχειρο ξύλινο κρεβατάκι που μπορούσαν να κατασκευάσουν μόνα τους τα παιδιά για να μην κοιμούνται κατάχαμα στο χώμα όπως συνήθιζαν τότε στα χωριά του κάμπου.»(14)


Κώστας Πουρναράς (Μπόσης)
Στην Ανέζα της Άρτας «άρχισαν να μου εξιστορούν θύμισες για έναν αξέχαστο δάσκαλο απ΄ τη Χώσεψη που είχαν κάποτε στο χωριό τους. […] Μου διηγήθηκαν παραστατικά πως κάποτε που γύρισε απ΄ την εξορία (σε μια ανάπαυλα απ’ τις διώξεις) για να ξαναδιδάξει στο χωριό τους, οι χωριανοί βγήκαν στο δρόμο να τον υποδεχτούν. Μπροστά πήγαιναν τα παιδιά με τη σημαία του σχολείου και πίσω ακολουθούσε ο κόσμος με ξεφωνητά χαράς για το καλωσόρισμα ενώ εκείνος δε μπορούσε να συγκρατήσει τη συγκίνησή του. Αυτό στάθηκε αφορμή να ερεθίσει το Νομάρχη που καραδοκούσε την ευκαιρία για να τον ξαναστείλει εξορία.»(15) Ο Κ.Π. δεν ξέχασε ποτέ όσο ζούσε την αγάπη των κατοίκων της Ανέζας. Πάντα ρωτούσε –μέσα από τα γράμματά του- συγγενικά πρόσωπα ή συγχωριανούς του, να μάθει νέα από εκεί. Ακόμα και λίγους μήνες πριν φύγει από τη ζωή, γράφει σε γράμμα του από το Σιμπίου της Ρουμανίας, όπου ζούσε: «Από το Γενάρη έπαψε να έρχεται ο Ριζοσπάστης, ο ραδιοσταθμός της Αθήνας δεν ακούγεται καλά και δε μαθαίνω τι γίνεται. Είμαι σαν τη γάτα στο τσουβάλι και θα σε παρακαλέσω να μου στείλεις τα αποτελέσματα των εκλογών στο χωριό, την Ανέζα, την Άρτα.»(16)

Η δεκαετία του ΄30 είναι πλούσια σε γεγονότα που έβαλαν τη σφραγίδα τους στην ανάπτυξη του επαναστατικού και εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος της πόλης της Άρτας. Ο Κ.Π. και μαζί του και άλλοι πρωτοπόροι αγωνιστές, είναι οι «σκαπανείς των καινούργιων ιδεών, οι πρώτοι στρατοκόποι της καινούργιας ιδεολογίας. Αυτοί κατέβαλαν πολλές και επίπονες προσπάθειες να διαδώσουν στο λαό τις καινούργιες ιδέες, την ιδεολογία και τις αρχές του ΚΚΕ.»(17) Σε μικρό  χρονικό διάστημα από την ένταξή του στο ΚΚΕ, γίνεται γραμματέας της Κομματικής Οργάνωσης Άρτας και παραμένει σ’ αυτήν την θέση μέχρι την κήρυξη της Μεταξικής δικτατορίας. Πρωτοπορεί ανάμεσα σ’ αυτούς που «με τις άοκνες και επίμονες προσπάθειές τους, το ΚΚΕ από τα κρυφά, βγήκε στην ενεργό δράση, ανδρώθηκε πλέον και με περισσή περηφάνεια τα μέλη και οι οπαδοί του βροντοφώναζαν την πολιτική και το πρόγραμμά του με έργα και λόγια όπου έπρεπε.»(18)


Ιλιάνα και Κώστας Πουρναράς
Με την κήρυξη της Μεταξικής δικτατορίας ξεκινάει η οδύσσεια για χιλιάδες κομμουνιστές και αγωνιστές που διώκονται από το φασιστικό καθεστώς. Ο Κ.Π. βγαίνει στην παρανομία και κυνηγημένος κρύβεται σε διάφορες περιοχές της Ηπείρου, μεταξύ άλλων και στις παρυφές της Χώσεψης, όπου τον καταδίδουν και κυνηγημένος διαφεύγει στα Γιάννενα. Εκεί τελικά συλλαμβάνεται και μετά τη σχετική «περιποίηση» τον στέλνουν στις φυλακές της Κέρκυρας. Όμως δεν θα μείνει για πολύ. Σε δίκη-παρωδία(19) που ακολουθεί, καταδικάζεται ως «επικίνδυνος για την δημόσια τάξη» και του επιβάλλεται η ποινή της εξορίας. Λίγες μέρες αργότερα, ένα καραβάκι γεμάτο εξόριστους προσεγγίζει το λιμάνι του Αη Στράτη. Ανάμεσά τους  ο Κώστας Πουρναράς. Εκεί θα τον βρει η Γερμανική Κατοχή. Στον Αη Στράτη, αποκλεισμένος από τα όργανα της φασιστικής κυβέρνησης,  μαζί με τους συντρόφους του θα ζήσουν την  τρομακτική εμπειρία της πείνας, από την οποία θα χάσουν τη ζωή τους 33 εξόριστοι. Ο Κ.Π. θα γράψει στο νησί του μαρτυρίου το μνημειώδες έργο του «Αη Στράτης, η μάχη της πείνας των πολιτικών εξορίστων στα 1941», ένα συνταρακτικό βιβλίο-ντοκουμέντο που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1947. Από τον τόπο μαρτυρίου θα καταφέρει να δραπετεύσει το 1942 με μια ομάδα συντρόφων του και θα καταφύγει στη Χαλκιδική, όπου θα προσχωρήσει στον ΕΛΑΣ και θα αναλάβει τον τομέα πολιτικής διαφώτισης των ανταρτών.

Τα επόμενα χρόνια τον βρίσκουν ΕΛΑΣίτη στο βουνό, με το τουφέκι στο ένα χέρι και τα βιβλία και το μολύβι στο άλλο. Παράλληλα με τον τομέα  διαφώτισης αρθρογραφεί στον αντιστασιακό τύπο. Και μετά την απελευθέρωση, δεν ήταν λίγες οι φορές που συνελήφθη, βασανίστηκε και φυλακίστηκε για τη δράση του. Στις αρχές του 1945 αναλαμβάνει γραμματέας της Νομαρχιακής Επιτροπής Άρτας.(20) «Το μεταβαρκιζιανό κλίμα είχε γίνει αφόρητο, για τους αριστερούς σ’ όλη την Ελλάδα. Η τρομοκρατία της δεξιάς οργίαζε. Οι μαγκουροφόροι, απειλούσαν τους ιδιοκτήτες των σπιτιών των δημοκρατικών πολιτών που μας δέχονταν για ύπνο. Ο δάσκαλος Κώστας Πουρναράς που ήταν Γραμματέας του ΕΑΜ Άρτας και ο υποφαινόμενος, είχαμε γίνει… ‘το κόκκινο πανί!’ Πολλές φορές κοιμηθήκαμε σε κάτι σπηλιές […] κανένας δε μας νοίκιαζε δωμάτιο.»(21)


 Ο Κώστας Πουρναράς στη Ρουμανία 
την δεκαετία του ΄50. Αριστερά του η Ιλιάνα
Σε μια αποφυλάκισή του καταφεύγει στο βουνό και εντάσσεται στον Δημοκρατικό Στρατό (ΔΣΕ). Πολιτικός Επίτροπος, στέλεχος του τομέα διαφώτισης των ανταρτών, αρθρογραφεί  σε διάφορα αντιστασιακά έντυπα.(22) Παίρνει μέρος συμμετέχοντας από την πρώτη γραμμή στις μάχες του Γράμμου και τραυματίζεται σοβαρά στο κεφάλι με αποτέλεσμα να χάσει την όραση από το ένα του μάτι. Με την λήξη του εμφυλίου πολέμου καταφεύγει στην Σοβιετική Ένωση, στην πρωτεύουσα της ΣΣΔ του Ουζμπεκιστάν. «Βρεθήκαμε μαζί στην προσφυγιά στην Τασκένδη. Εκεί ο Κώστας με τους πρόσφυγες, που ήταν κάπου είκοσι πέντε χιλιάδες, συνέχισε τη δουλειά στα καθοδηγητικά όργανα. Να προστατεύσουμε και να μορφώσουμε τον κόσμο, να τον βάλουμε στις δουλειές, στα σχολεία και στη μόρφωση, έπαιξε ο Κώστας πρωταγωνιστικό ρόλο. Χιλιάδες αγωνιστές βγήκαν από τα ανώτερα ιδρύματα και τα πανεπιστήμια, επιστήμονες μηχανικοί-γιατροί και πρόκοψαν.»(23)

Μαθαίνει  την ρωσική γλώσσα και μεταβαίνει στη Μόσχα όπου κάνει ανώτατες σπουδές, που θα τον βοηθήσουν αργότερα και στο μεταφραστικό του έργο. «Απ’ εκεί βρεθήκαμε μαζί στη Ρουμανία. Εκεί παλέψαμε μαζί σ’ έναν τομέα ιδεολογικό του Κ.Κ.Ε. Μεταφράζαμε τα έργα του Λένιν. Ήταν ένας από τους καλύτερους μεταφραστές των έργων του Λένιν. Είναι αυτά που εκδόθηκαν.»(24) Στη Ρουμανία ο Κώστας Πουρναράς δουλεύει για το κόμμα στον Ραδιοφωνικό Σταθμό, στο εκδοτικό («Εκδοτικό Νέα Ελλάδα» και στη συνέχεια «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις») και στον Λογοτεχνικό Κύκλο στον οποίο θα είναι επικεφαλής το 1955(25) και τη διετία 1957-59.(26) Παράλληλα με την συγγραφή των βιβλίων του, συμμετέχει στην μεταφραστική ομάδα λογοτεχνών του κόμματος που ασχολείται με την μετάφραση κλασικών έργων του Μαρξισμού Λενινισμού. Ο ίδιος μεταφράζει και βιβλία ξένων συγγραφέων, ενώ  αρθρογραφεί τακτικά στον «Νέο Κόσμο».(27)

Στο μεταξύ έχει γνωριστεί με την Ιλιάνα (Ρουμανικής υπηκοότητας) με την οποία στη συνέχεια  θα παντρευτούν. Και οι δυο  αγαπούν πολύ τα παιδιά αν και δεν απόκτησαν δικά τους. Κάποτε ένας  συγχωριανός  του Κ.Π. νεαρής ηλικίας, του στέλνει ένα γράμμα και του γράφει:  «Ένας πατέρας θα ήταν πολύ πιο ευτυχισμένος αν είχε και πολλά παιδιά και χορτάτα». Ο Κ.Π. του απαντά: «Συμφωνάω. Και θα ήθελα να προστέσω: ένας πατέρας πρέπει να είναι ευτυχισμένος, πριν απ’ όλα, όταν τα παιδιά του βαδίζουν στο σωστό δρόμο, έστω κι αν είναι νηστικά».(28)


 Ρουμανία, δεκαετία του ΄70. Κώστας  Πουρναράς,  
η αδελφή του Αγγέλω, ο Χρήστος Νταβαντζής και πίσω η Ιλιάνα.
Δεξιά ο ανηψιός του Χρήστος Σιόντης με την σύζυγό του
«Με τη δικτατορία που έπεσε στην Ελλάδα, το 1974, μας έλεγαν γυρίστε στην Ελλάδα, αλλά θα υπογράψετε δήλωση ότι αρνείστε την κομμουνιστική ιδεολογία. Κανένας από τους πολιτικούς πρόσφυγες, τους αγωνιστές, δεν υπόκυψε και δεν γύρισε πίσω. Μόνο όταν έπεσε η δικτατορία και άνοιξαν οι δρόμοι γύρισαν πίσω.»(29) Ο Κώστας Πουρναράς δεν θα επαναπατριστεί ποτέ.(30) Θα ζήσει λιτά με την συντρόφισσά του στο μικρό δυαράκι του Σιμπίου, μέχρι τις 2 του Απρίλη του 1994(31) που τους χώρισε ο θάνατος.

Ο Κώστας Πουρναράς εκπλήρωσε στο ακέραιο το χρέος του απέναντι στον άνθρωπο. Με τη ζωή, τη διδασκαλία και το έργο του στάθηκε δίπλα στον φτωχό, τον αδύναμο, τον κατατρεγμένο. Υπερασπίστηκε το δίκιο του εργαζόμενου λαού. Με τα βιβλία του άναψε πνευματικούς φάρους αντίστασης και πάλης για μια καλύτερη κοινωνία, ανθρώπινη, σοσιαλιστική. Οι διώξεις, τα βασανιστήρια και οι αμέτρητες φυλακίσεις  και εξορίες δεν στάθηκαν ικανές  να τον κάνουν να ξεστρατίσει από το δρόμο που από παιδί  επέλεξε να βαδίσει. «Έμεινε πιστός και αταλάντευτος μέχρι το τέλος της ζωής του στα μεγάλα πανανθρώπινα ιδανικά του κομμουνισμού. Το τελευταίο του γράμμα που πήρα πριν πεθάνει σφραγίζει τα παραπάνω.»(32)


 Έτοιμος για το τελευταίο του ταξίδι. 
Στο πλευρό του μέχρι το τέλος η αγαπημένη 
του Ιλιάνα
Πρόλαβε να δει τη νίκη της αντεπανάστασης στην ΕΣΣΔ και τις άλλες χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού. Έζησε ο ίδιος τις συνέπειές της στη Ρουμανία: «Περιόρισα και το ραδιόφωνο για λόγους οικονομίας. Ένα κιλοβάτ ηλεχτρικό ρέβμα στοιχίζει τριάντα (30) λέι, εκατό φορές (100) ακριβότερο από παλιά. Οι ιμπεριαλιστές και οι προδότες έριξαν τεράστιες μάζες λαών στην ανεργία, τη φτώχεια, την εξαθλίωση, τις κλεψιές και καταχρήσεις, το έγκλημα, τα  ναρκωτικά, τις εθνικές συγκρούσεις, την απογοήτεφση και τόσα άλλα.»(33) Έφυγε με την πίκρα μιας γενιάς αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης και της Επανάστασης, που δεν είδαν τα οράματά τους να γίνονται πραγματικότητα: «Η πίκρα είναι άλλη. Πρέπει να το πούμε καθαρά: Για την ώρα μας γονάτισε ο ιμπεριαλισμός. Και σε βασανίζει η σκέψη μέρα-νύχτα: Τι θα γίνει; Που πάμε; Θα καταστραφεί η ανθρωπότητα; Ο κίνδυνος είναι τεράστιος κι αν δεν τον δούμε, οι τελεφταίοι κάτοικοι της γης ίσως θα πουν: Ο άνθρωπος ήταν το πιο ανόητο και κακό πλάσμα που δημιούργησε η ζωή.»(34)

Ζει έντονα μέχρι το τέλος της ζωής του την αγωνία για το μέλλον της ανθρωπότητας. Γράφει, σε γράμμα του,  δυο μήνες πριν πεθάνει: «Νομίζω πως η κατάσταση είναι αφάνταστα δύσκολη –πρόκειται για την ύπαρξη της ανθρωπότητας- χρειάζεται ο καθένας να το καταλάβει και να κάνει ό,τι μπορεί, ν αλάξει δρόμο η κοινωνία προτού είναι πια αργά.»(35)


 Από την τελετή αποχαιρετισμού στη Χώσεψη. 
Στο κέντρο ο ανηψιός του Κώστας Πουρναράς
Βαθιά ιδεολόγος, κρατάει μέσα του αναμμένη την φλόγα της πίστης στα ιδανικά του Μαρξισμού-Λενινισμού και στην οριστική νίκη του Ανθρώπου. Μια φλόγα που θα σβήσει μόνο όταν σταματήσει να χτυπά η καρδιά του. Σε όλη τη ζωή του δεν σταμάτησε ούτε στιγμή να υπερασπίζεται με πάθος την υπόθεση της Σοσιαλιστικής Επανάστασης: «Για να φτιάξεις Λαϊκή Κυβέρνηση, πρέπει να πάρεις την εξουσία και τα βασικά μέσα παραγωγής, να βάλεις Δικτατορία του Προλεταριάτου, να δημιουργήσεις κρατικό μηχανισμό για να υπερασπίσεις τη Λαϊκή εξουσία… Κι αφτό λέγεται Επανάσταση, Επανάσταση Σοσιαλιστική. […] Ο Υπαρχτός Σοσιαλισμός σε δυο-τρεις δεκαετίες και διαβολικά δύσκολες συνθήκες, σε καθυστερημένη χώρα έδωσε στην ανθρωπότητα όσα δεν έδωσαν κι ούτε μπορούσαν να δώσουν άλλες επαναστάσεις σε εκατοντάδες χρόνια. Τσάκισε το φασισμό –κι όχι μόνο αφτόν- σε λίγα χρόνια έκλεισε τις πληγές του πολέμου και σε παραγωγή ξεπέρασε τη Δυτική Εβρώπη. Ο σοσιαλισμός είναι το μέλλον, η ύπαρξη, η ζωή της ανθρωπότητας»(36)

Ο Κώστας Πουρναράς, εκτός από το  έργο του, άφησε ελάχιστα αποτυπώματα πίσω του. Ελάχιστα  δημοσιευμένα βιογραφικά του στοιχεία υπάρχουν, ενώ οι φωτογραφίες του είναι σπάνιες. Άνθρωπος σεμνός,  ταπεινός, δεν μιλούσε και δεν έγραφε ποτέ για τον εαυτό του. Δεν έκανε ποτέ ο ίδιος λόγο για τους αγώνες του. Όταν κάποιος αναφερόταν σ’ αυτούς ή τον ρωτούσε, συνήθιζε να απαντάει: «δεν αξίζει τον κόπο να γίνεται ντόρος».(37)


Στον Αη Θανάση στη Χώσεψη
Έζησε όλα τα χρόνια της υπερορίας με τον καημό της Ελλάδας και του αγαπημένου του χωριού, της Χώσεψης, να φωλιάζουν στην ψυχή του. Αγαπούσε τον τόπο και τους ανθρώπους. Τον αγαπούσαν κι αυτοί, ακόμα και οι περισσότεροι πολιτικοί αντίπαλοί του που αναγνώριζαν στο πρόσωπό του έναν ακέραιο χαρακτήρα, έναν έντιμο αγωνιστή. Δεν είναι τυχαίο πως στα μέσα της  δεκαετίας του ΄60 (1964 ή ΄65), όταν αρκούσε ένας μικρός αριθμός υπογραφών συντοπιτών του για να μπορέσει ένας πολιτικός εξόριστος να πάρει την άδεια του ελληνικού κράτους και να επιστρέψει στην πατρίδα, υπέγραψαν γι αυτόν σχεδόν όλοι οι συγχωριανοί του. Από ολόκληρη τη Χώσεψη αυτοί που δεν υπέγραψαν μετρούνταν στα δάχτυλα του ενός χεριού. Ανάμεσά τους ο πρόεδρος του Χωριού. Όταν μετά από χρόνια ο Κ.Π. μαθαίνει μέσα από την αλληλογραφία του πως ο παλιός του αντίπαλος πέθανε αφού ταλαιπωρήθηκε από αρρώστια, θα γράψει σε γράμμα του: «Για τον (…) Παλιά, χωρίς καμιά αιτία, έριξε κι αυτός πέτρες, αλλά άνθρωπος ήταν, υπέφερε και δεν μπορείς να μη στεναχωρηθείς. Τί κάνουν τα παιδιά του;…»(38)

Στα γράμματά του ρωτούσε για όλους τους συγχωριανούς του: «Τούτη τη βδομάδα θα πάρω κι άλλα γράμματα, απ το χωριό, απ την Αθήνα. […] Το κάθε γράμμα απ αυτού θα ήθελα να είναι ολόκληρο βιβλίο με πολλές σελίδες για τη ζωή του κόσμου, όμως αυτό δεν μπορεί να γίνει. Καταλαβαίνω, έχετε σκοτούρες, φασαρίες, τις δουλιές σας και κάθε μέρα δημιουργούνται καινούργια προβλήματα.»(39) Μέχρι να φύγει από τη ζωή δεν μπόρεσε να ξανασυναντηθεί παρά με ελάχιστους από αυτούς. Όσους μπόρεσαν και ταξίδεψαν μέχρι τη Ρουμανία για να τον δουν.

Η τελευταία του επιθυμία ήταν η στάχτη από το ανθρώπινο κουφάρι του να ταφεί στο μικρό νεκροταφείο,  ψηλά στον Αη Θανάση. Η συντρόφισσά του δεν του χάλασε το χατίρι. Στις 4 του Σεπτέμβρη του 1994 ο κύκλος έκλεισε. Η Ιλιάνα Πουρναρά μετέφερε την τέφρα του στο χωριό και μετά από μια τελετή λιτή και ουσιαστική σαν τη ζωή του,  στην οποία τον αποχαιρέτησαν παλιοί συμπολεμιστές και  σύντροφοι, συγχωριανοί, φίλοι  και συγγενείς, αναπαύεται  στο χώμα της αγαπημένης Χώσεψης.(40)

Β΄ Μέρος – ΤΟ ΕΡΓΟ

Η ζωή του Κώστα Πουρναρά ταυτίστηκε  με τα βιβλία από όταν άρχισε να μαθαίνει γραφή και ανάγνωση. Αρίστευσε σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης που φοίτησε. Από νεαρή ηλικία το κόμμα του αναθέτει καθήκοντα στα καθοδηγητικά όργανα. Στο βουνό αναλαμβάνει τον τομέα πολιτικής διαφώτισης των ανταρτών. Αλλά και μετά την  εποποιία της Εθνικής Αντίστασης και του Γράμμου, στην υπερορία, του ανατίθενται καθήκοντα που έχουν να κάνουν με την ιδεολογική δουλειά και τον τομέα διαφώτισης στις κοινότητες των πολιτικών προδφύγων. Όλα αυτά απαιτούσαν υψηλή θεωρητική κατάρτιση. Όμως η σχέση του Κ.Π. με τον γραπτό λόγο δεν περιορίστηκε στο διάβασμα. Άρχισε ο ίδιος να εξασκεί την τέχνη του γραπτού λόγου από  νεαρή ηλικία. Τα πρώτα δείγματα τα βλέπουμε στα έντυπα της Αντίστασης και του ΔΣΕ, όπου εμφανίζεται για πρώτη φορά και το λογοτεχνικό ψευδώνυμο «Μπόσης», που με αυτό θα υπογράφει στη συνέχεια κάθε  κείμενό του και αργότερα τα βιβλία του. Ακόμα δείγματα της γραφής του βλέπουμε στις  ανταποκρίσεις του από την γραμμή της φωτιάς στον Γράμμο, στην καθημερινή εφημερίδα του ΔΣΕ «ΠΡΟΣ ΤΗ ΝΙΚΗ».(41)

6/4/1949
Μεταξύ των εντύπων που αρθρογράφησε είναι η εβδομαδιαία και μετέπειτα δισεβδομαδιαία εφημερίδα των πολιτικών προσφύγων στη Ρουμανία «ΝΕΑ ΖΩΗ».  Στο πολιτικό-θεωρητικό περιοδικό της ΚΕ του ΚΚΕ «ΝΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ»(42), με έδρα το Βουκουρέστι, καταγράφονται άρθρα του με θέματα λογοτεχνίας το 1955 και στη στήλη «Μορφές Αγωνιστών» την διετία 1966-67. Υπήρξε ακόμα συχνός συνεργάτης στο δίμηνο, εκπολιτιστικό, μορφωτικό περιοδικό «ΠΥΡΣΟΣ»(43) από το 1961 μέχρι την διακοπή της έκδοσής του το 1968.

Όπως προαναφέρθηκε ο Κ.Π. ήταν άριστος γνώστης της ρωσικής γλώσσας και συμμετείχε στην ομάδα μεταφραστών του κόμματος που μετέφρασαν στα ελληνικά κλασικά έργα του Μαρξισμού-Λενινισμού, όπως τα άπαντα του Λένιν. Παράλληλα ασχολήθηκε με την μετάφραση και άλλων βιβλίων. Από τα στοιχεία που είναι γνωστά μετέφρασε το βιβλίο του Ιβάν Μαΐσκι «Ο πόλεμος (Αναμνήσεις Σοβιετικού Πρεσβευτή) που εκδόθηκε το 1968 από τις «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις», μαζί με τον Ν. Μπονιάκο. Επίσης ήταν υπεύθυνος για  τη θεώρηση της μετάφρασης  του βιβλίου των Γ. Γιανάεφ - Α. Πολικάνωφ «Ζητήματα θεωρίας και πρακτικής του σύγχρονου παγκόσμιου νεολαιίστικου κινήματος» που εκδόθηκε το 1975 από την «Σύγχρονη Εποχή».

Μπορούμε να κατατάξουμε τα βιβλία του Κώστα Μπόση σε δυο εκδοτικές περιόδους. Η μια περίοδος αφορά αυτά που εκδόθηκαν στις Λαϊκές Δημοκρατίες τα χρόνια του Εμφυλίου («Αη Στράτης») και μετά τη λήξη του, και η άλλη αυτά που εκδόθηκαν στην Ελλάδα αρκετά χρόνια αργότερα.

1947
Την πρώτη του εμφάνιση ως συγγραφέας την κάνει με το βιβλίο «Αη Στράτης. Η μάχη της πείνας των πολιτικών εξορίστων στα 1941» που εκδίδεται το 1947 από την ΚΕ του ΚΚΕ. Σε αυτό το ντοκουμέντο καταγράφει με τρόπο συγκλονιστικό την ζωή των κομμουνιστών εξορίστων (ανάμεσά τους και ο συγγραφέας του βιβλίου), εκτοπισμένων από την  Μεταξική δικτατορία, που δεν τους απελευθέρωσε ούτε όταν οι Γερμανοί κατέλαβαν την Ελλάδα. Εγκλωβισμένοι σε αυτό το μικρό νησί οι εξόριστοι δίνουν σκληρή μάχη με το μαρτύριο της  πείνας, από την οποία τελικά πεθαίνουν 33 αγωνιστές. Οι υπόλοιποι καταφέρνουν να αποδράσουν και να πολεμήσουν στη συνέχεια με τον ΕΛΑΣ για τη λευτεριά της πατρίδας. Ο «Αη Στράτης» θα επανεκδοθεί το 1977 και το 1994 από άλλες εκδόσεις.

Το 1952 το «Εκδοτικό Νέα Ελλάδα» εκδίδει τον τόμο «Πεζογράφοι της Αντίστασης», με διηγήματα που έχουν σαν θέμα τους τον αγώνα του λαού  μέσα από την Εθνική Αντίσταση και την εποποιία του Γράμμου. Μαζί με τους  Γιάννη Ρίτσο, Αλέξη Πάρνη, Βασίλη Ρώτα, Δημήτρη Χατζή, Μέλπω Αξιώτη κ.α. συμμετέχει ο Κώστας Μπόσης με το διήγημά του «Να περιμένεις» που είχε δημοσιευτεί για πρώτη φορά στις σελίδες της καθημερινής εφημερίδας του ΔΣΕ «ΠΡΟΣ ΤΗ ΝΙΚΗ» (αριθμός φύλλου 50, 2η σελίδα, 6 Απρίλη 1949).(44)

1953
Στο μυθιστόρημά του «Εμείς θα νικήσουμε» που κυκλοφορεί το 1953 από το «Εκδοτικό Νέα Ελλάδα», ο Κ.Π. ξεδιπλώνει τη ζωή ενός ανάπηρου αντάρτη  (όπως την αφηγείται ο ίδιος),  που μετά τον εμφύλιο βρίσκει καταφύγιο σε μια  Λαϊκή Δημοκρατία. Περιγράφεται η «παιδική του ηλικία σε ένα φτωχό χωριό πριν από τον πόλεμο, για να δείξει την αξιοθρήνητη ζωή των αγροτών, τη φτώχεια και την καταπίεσή τους από τους τσιφλικάδες, τους δασκάλους, τους παπάδες και τους χωροφύλακες».(45) Ο ήρωας στη συνέχεια γίνεται μέλος του κόμματος, πολεμά τον καταχτητή και στη συνέχεια γίνεται μαχητής του ΔΣΕ. Μέσα από την αγριότητα του Εμφυλίου Πολέμου, στην κόλαση φωτιάς του Γράμμου, περιγράφονται οι ανθρώπινες στιγμές  των μαχητών  του ΔΣΕ, οι μεγάλες στερήσεις τους σε υλικά μέσα και αγαθά αλλά και οι αστείρευτες ψυχικές τους δυνάμεις, ο ηρωισμός και η αυτοθυσία τους. «Ο αναγνώστης σχηματίζει την εντύπωση, πως κι ο ίδιος ο συγγραφέας αναπνέει εκεί απάνω διαφορετικά. Απελευθερώνεται. Τον βλέπεις να κινιέται άνετα μέσα στο δικό του, αγαπημένο κόσμο. Όσο ανεβαίνομε, όσο γνωρίζομε, όσο μπαίνομε στη ζωή του αντάρτικου, τόσο πυκνώνουν και οι καλές σελίδες του Μπόση. Η αξία του βιβλίου προχωρεί σταθερά, όσο η εποποιία του Γράμμου πλησιάζει στο αποκορύφωμα και τη λύση της. Ο Γράμμος αγκαλιάζει και χειραγωγεί τον συγγραφέα, κι ο συγγραφέας το Γράμμο. Κ’ οι δυο μαζί οδηγούν τον αναγνώστη σ’ έναν ανώτερο ηθικό κόσμο, απόπου τα όντα που αφίσαμε πίσω μας, πρόεδροι και παπάδες, δάσκαλοι και αλαφρόμυαλες μοναχοκόρες, φαίνονται σα μυρμηγκάκια, που βουλοπλένε σε βουρκιασμένα νερά.»(46)

1977
Ο Κώστας Μπόσης στη Ρουμανία όπου ζει μόνιμα μετά την Τασκένδη, τοποθετείται από το κόμμα στον Λογοτεχνικό Κύκλο, μια επιτροπή στα πλαίσια της Επιτροπής Διαφώτισης του ΚΚΕ, που αποτελείται από λογοτέχνες κομματικά μέλη και γνωμοδοτεί για τα υπό έκδοση λογοτεχνικά βιβλία από το εκδοτικό του κόμματος (1949 έως 1954 «Νέα Ελλάδα» και 1954 έως 1968 «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις»). Τα μέλη του Λογοτεχνικού Κύκλου  αλλάζουν κατά χρονικά διαστήματα. Ο Μπόσης θα είναι επικεφαλής του Λογοτεχνικού Κύκλου το 1955 και την διετία 1957-59.

Το 1956 κυκλοφορεί από τις «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις» το μυθιστόρημα «Δύσκολες μέρες» (Τόμος Πρώτος). Με θεματολογία ανάλογη με το προηγούμενο εκτυλίσσεται την περίοδο μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας μέχρι τον Εμφύλιο. Παράδοση των όπλων από του μαχητές του ΕΛΑΣ, διωγμοί, συλλήψεις, τρομοκρατία και καταφύγιο στο βουνό.(47)

1962
Στο μυθιστόρημα «…και το τραίνο τραβούσε για τα ξεχερσώματα» που κυκλοφόρησε το 1962 από τις «Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις» και είναι το τελευταίο από αυτά που  εκδόθηκαν στην υπερορία,  ο Μπόσης παρουσιάζει την ζωή μιας ομάδας ανταρτών του ΔΣΕ που μετά την ήττα στο Γράμμο βρίσκουν φιλοξενία στην ΕΣΣΔ, σε μια περιοχή στα βάθη της Ασίας.  Μέσα από τις ιστορίες των ηρώων του γνωρίζουμε τα προτερήματα αλλά και τα ελαττώματα που κουβαλούν μαζί τους οι νιόφερτοι αγωνιστές, την προσπάθειά τους να προσαρμοστούν στη νέα πατρίδα και τις συγκρούσεις που γεννιούνται μέσα τους ερχόμενοι σε επαφή με το καινούργιο: το χτίσιμο της σοσιαλιστικής  κοινωνίας, για την οποία και οι ίδιοι πολέμησαν.

Ο συγγραφέας δεν ωραιοποιεί την κατάσταση, προβάλλει τις αδυναμίες των χαρακτήρων του, ελλήνων και σοβιετικών, ξεσκεπάζει τα αρνητικά και τονίζει τα θετικά της πρωτόγνωρης διαδικασίας του «ξεχερσώματος» του παλιού. Μας δίνει μια ιστορία πλεγμένη με ευαισθησία και αγάπη για το νέο που χτίζεται μέρα με τη μέρα. Στο τέλος του βιβλίου, βγαίνουν από τα χείλη του κεντρικού ήρωα τα λόγια που θα μπορούσαν να είναι και η κεντρική ιδέα του μυθιστορήματος: «Το φως είναι ο καλύτερος σύμμαχός μας. Αυτοί να τα πουν, να ανοίξουν την καρδιά τους και μεις να τους εξηγήσουμε τις αιτίες. Από πού ξεκινήσαμε, που φτάσαμε, τι είχαμε και τι έχουμε… Να τους δώσουμε να καταλάβουν πως ο σοσιαλισμός είναι δύσκολο πράμα. Δε φτάνει να πάρεις την εξουσία. Χρειάζεται να ζυμώσεις ξανά τον άνθρωπο, που τον έπλασαν οι αιώνες, και να φτιάξει, απ΄ την αρχή, καινούριο…».

1978
Το 1977 οι «Ιστορικές Εκδόσεις» επανεκδίδουν τον «Αη Στράτη» και ανοίγουν την δεύτερη εκδοτική περίοδο του Κ.Π., με τα βιβλία που θα εκδοθούν στην Ελλάδα. Πρόκειται για ανατύπωση της πρώτης έκδοσης του 1947. Ένα χρόνο αργότερα, το 1978 θα κυκλοφορήσει σε ιδιωτική έκδοση από συγγενείς του Μπόση η συλλογή διηγημάτων του «Αναμνήσεις».

Οι ήρωες στα βιβλία του Κ.Π. «ζουν στο παρόν  αλλά με συνεχείς αναδρομικές αφηγήσεις μπορούμε να μάθουμε την ιστορία του καθένα, το παρελθόν του, τους δρόμους που ακολούθησαν στη ζωή τους. Τα πρόσωπα κινούνται συνεχώς μέσα σ’ ένα περιβάλλον αγροτικό ή αστικό, το οποίο προβάλλεται μέσα από λεπτεπίλεπτες περιγραφές. Οι περιγραφές των τόπων, των τοπίων, των ανθρώπων, των δραστηριοτήτων τους έχουν χρώματα, κίνηση, σχήματα, αρώματα, ήχους.  Η επιμονή στη λεπτομέρεια, ο έντονος λυρισμός και η ποιητικότητα των λέξεων χαρακτηρίζουν τις περιγραφές, οι οποίες δένουν με τους ήρωες διότι τονίζουν, αντιθέτουν ή προβάλλουν την κατάστασή τους και τα συναισθήματά τους.»(48) Αυτά τα στοιχεία τα βλέπουμε να κυριαρχούν και στο μυθιστόρημα «Ο Θωμάς ο Καρατζάς» που εκδόθηκε από την Σύγχρονη Εποχή το 1978.

1978
Πάνω στον καμβά της ζωής του Θωμά Καρατζά, από την μέρα που γεννήθηκε μέχρι τον θάνατό του, ο Κ.Π. ζωγραφίζει την ιστορία της Ελλάδας από το τέλος του 19ου αι. μέχρι την μετεμφυλιακή περίοδο. «Ο Μπόσης εστιάζει κυρίως στη δράση των ανθρώπων εκείνων που διαφοροποιήθηκαν από τους υπόλοιπους γιατί προχώρησαν ένα βήμα πιο μπροστά και συνειδητοποιήθηκαν. Μπόρεσαν δηλαδή μέσα από τις διάφορες αντιξοότητες της ζωής τους να καταλάβουν την πραγματική αιτία των δεινών τους και να οργανωθούν σε μικρές σοσιαλιστικές ομάδες αρχικά, στο κομμουνιστικό κόμμα αργότερα. Σε όλη την ανάπτυξη της δράσης των ηρώων παρακολουθούμε το συνεχή αγώνα αυτών των ανθρώπων.»(49) Πρόκειται ίσως για το πιο πολιτικό μυθιστόρημά του. Επικεντρώνει  –μέσα από τα λόγια και τις σκέψεις των ηρώων του- στην κατάληξη του αγώνα της Εθνικής Αντίστασης, τα γεγονότα μετά την παράδοση των όπλων από τον ΕΛΑΣ, την δράση των ντόπιων δυνάμεων της αντίδρασης και των ξένων υποκινητών και υποστηρικτών τους που οδήγησε στον Εμφύλιο και την ήττα της επανάστασης (λάθη και παραλείψεις της καθοδήγησης του αγώνα). Ο Κ.Π. κλείνει την αφήγησή του με τρόπο πικρό και συνάμα  αισιόδοξο: «Ο Θωμάς ο Καρατζάς, ο παπούς, κατέβηκε να κοιμηθεί στο τελευταίο του γιατάκι. Ο Θωμάς ο Καρατζάς, τ’ αγγόνι, ξεμπαρκάρει στα Γιούρα. Ο αγώνας συνεχίζεται. Πιο απότομη γίνεται η ανηφόρα...»

1983
«Ο Κραβαρίτης» (1983, «Σύγχρονη Εποχή») είναι ένα φτωχό αγροτόπαιδο που μεγαλώνει μέσα σε συνθήκες ανείπωτης φτώχειας και δυστυχίας, κατατρεγμένος και διωγμένος ακόμα και από την οικογένειά του, που δεν μπορεί να τον μεγαλώσει. Θα καταλάβει από νωρίς τις αιτίες της κοινωνικής αδικίας και θα αντισταθεί στη «μοίρα» που οι εκμεταλλευτές  του προδιέγραψαν γι’ αυτόν. Θα πολεμήσει  στο βουνό για τη λευτεριά της πατρίδας από κάθε ζυγό. Θα ξεχωρίσει και θα γίνει πρωτοπόρα ηγετική μορφή του αγώνα,  και δεν θα διστάσει να πει τη γνώμη του και να προτείνει αλλαγή πορείας όταν βλέπει πως ο στόχος χάνεται. Θα πολεμήσει με αυτοθυσία και θα προσφέρει τη ζωή του σπορά στις επόμενες γενιές.

1994
Τα επόμενα χρόνια θα ακολουθήσουν ακόμα δυο επανεκδόσεις βιβλίων του Κώστα Μπόση. Το 1994 με πρωτοβουλία του συγχωριανού και συντρόφου του Χρήστου Νταβαντζή και την οικονομική συνδρομή πολλών ακόμα συντρόφων συγχωριανών του, επανεκδίδεται ο «Αη Στράτης». Το 1998 κυκλοφορεί από την «Σύγρονη Εποχή» το «…και το τραίνο τραβούσε για τα ξεχερσώματα». Από τα βιβλία του μπορεί κανείς να βρει σήμερα στα βιβλιοπωλεία το «Ο Κραβαρίτης» και το «…τραίνο τραβούσε για τα ξεχερσώματα», και τα δύο από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή». Ένα σημαντικό κομμάτι του έργου του Κώστα Μπόση παραμένει ανέκδοτο περιμένοντας να δει κάποια στιγμή το φως της δημοσιότητας.

1998
Οι ήρωες των βιβλίων του Κώστα Μπόση είναι άνθρωποι απλοί, φτωχοί και συνήθως αγράμματοι. Ανήκουν στους ταπεινούς της ζωής που τίναξαν από πάνω τους το ζυγό της καταπίεσης και της σκλαβιάς και πάλεψαν με τα κουσούρια και τις αδυναμίες τους. Ο συγγραφέας εστιάζει στα αρνητικά στοιχεία που κουβαλούν απ’ όταν δουν το φως της ζωής. Προβάλλει και τις αρετές τους, τη μάχη που δίνουν για να ανοίξουν τους ορίζοντές τους. Στο τέλος  καταφέρνουν να κάνουν την υπέρβαση –σε μια εποχή που οι κοινωνικές συνθήκες «επιβάλουν»  το αντίθετο- και να βγουν από τον βούρκο της απογοήτευσης και της μοιρολατρείας και της υποταγής. Οραματίζονται τη νέα κοινωνία, αγωνίζονται για αυτήν, παίρνουν το τουφέκι και πολεμούν, δεν διστάζουν να θυσιάσουν τη ζωή τους. Σε όλα τα βιβλία του Κώστα Μπόση, λογοτεχνικά και μη, η κύρια αναφορά, ο σκοπός και η ελπίδα, είναι η οικοδόμηση  του σοσιαλισμού μέσα στον οποίο ο άνθρωπος θα αποβάλλει τα ελαττώματα του και θα χτίσει έναν καινούργιο εαυτό.

Το έργο του Κώστα Πουρναρά (Μπόση) αξίζει να το διαφυλάξουμε,  όχι όμως σαν ένα μουσειακό έκθεμα. Να διαδοθεί στους νεότερους σαν μια πηγή γνώσης, έμπνευσης  και άντλησης δύναμης, σαν ένας φάρος που με το φως του θα φωτίζει τους σύγχρονους αγώνες  για την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας και την προσπάθεια του ανθρώπου να απελευθερωθεί οριστικά από τις αδυναμίες του.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:

  1. Επιστολή του Κ.Π. στον ανηψιό του Κώστα Πουρναρά, 23/6/1991
  2. Σημερινή ονομασία «Κυψέλη» 
  3. Ο Βελισάριος Δημ. Πουρναράς, αδελφός του Κώστα (Μπόση), ενωμοτάρχης της Χωροφυλακής, αντάρτης του ΕΛΑΣ στην περιοχή της Άρτας και μαχητής του ΔΣΕ από το 1946, σκοτώθηκε το 1947 σε ενέδρα στο χωριό Παλαιοκαριά Τρικάλων. Βλ. και στο:   «Αθάνατοι οι αγωνιστές από την Κυψέλη Άρτας (Χώσεψη) που έδωσαν τη     ζωή τους στον αγώνα για μια ελεύθερη και ανεξάρτητη Ελλάδα». Βλ. στο: http://kostasbosis.blogspot.gr/2012/08/blog-post.html
  4. «Είμαι δάσκαλος και είμαι και κομμουνιστής και θέλω το δίκιο για όλο τον κόσμο τον φτωχό». (Αφήγηση Χρήστου Νταβαντζή – β΄ μέρος). Βλ. στο: http://kostasbosis.blogspot.gr/2012/09/blog-post_15.html
  5. Αδελφή του Κ.Π.
  6. Συνοικισμός της Χώσεψης περίπου πέντε χιλιόμετρα έξω από το χωριό. Εκεί είχαν τα πρόβατα όταν κατέβαιναν από το βουνό.
  7. Επιστολή στον ανηψιό του Κώστα Πουρναρά, 15/7/1993
  8. Δίπλα στη Χώσεψη
  9. Γεώργιος Χ. Πουρναράς – «μπαρμπα Γιωργάκης», σύζυγος της Βασίλως, αδελφής του Κ.Π.
  10. Επιστολή στον ανηψιό του Κώστα Πουρναρά, 11/11/1990
  11. Λαογραφικό Μουσείο Ε.Η.Μ. «ΚΩΣΤΑΣ ΦΡΟΝΤΖΟΣ». Βλ. στο: http://hellas.teipir.gr/Thesis/Ioannina/MOYSEIO/index.htm
  12. Επιστολή στον ανηψιό του Κώστα Πουρναρά, 29/3/1978
  13. Κώστας Μπαλάφας, «Κώστας Πουρναράς, ο αγωνιστής και άνθρωπος», άρθρο στο περιοδικό «Χάος και Όψη», τεύχος 7, Ιανουάριος-Μάρτιος 1995. Βλ. στο: http://kostasbosis.blogspot.gr/2011/10/blog-post_10.html
  14. Κώστας Μπαλάφας, ό.π.
  15. Κώστας Μπαλάφας, ό.π.
  16. Επιστολή στον ανηψιό του Κώστα Πουρναρά, 22/09/1993
  17. Αλέκος Κουτσούκαλης: «Η Εθνική Αντίσταση του νομού Άρτας 1940-1945, Αναμνήσεις-Σκέψεις-Κρίσεις, τόμος Α΄»,  εκδόσεις «ΙΩΛΚΟΣ», Αθήνα 1983, σελ. 89
  18. Γιαννάκος-Γιάννης Μαστρογιάννης: «Χρονικό – Το λαϊκό κίνημα στο νομό Άρτας [1931-1945]», εκδόσεις «πέτρα», Αθήνα 2004, σελ. 12
  19. Στιγμιότυπο από τη δίκη του Κ.Π.  [«Είμαι δάσκαλος και είμαι και κομμουνιστής και θέλω το δίκιο για όλο τον κόσμο τον φτωχό». (Αφήγηση Χρήστου Νταβαντζή – β΄ μέρος)] Βλ. στο: http://kostasbosis.blogspot.gr/2012/09/blog-post_15.html
  20. Αλέκος Κουτσούκαλης, ό.π., σελ. 155
  21. Βασίλης Θ. Σφαλτός, «Μνήμες αγώνων – Το πάθος, το πένθος, το όνειρο», εκδόσεις «ΣΥΜΕΩΝ», Άρτα 1997. Αφήγηση Λεωνίδα Νάκου, σελ. 304-305. Βλ. και στο: http://e-oikodomos.blogspot.gr/2012/02/1945-46.html
  22. Βλ. Β΄Μέρος – ΤΟ ΕΡΓΟ
  23. Εφημερίδα «Ο ΑΡΑΧΘΟΣ» 8-9-10/1994. Ομιλία του Βασίλη Βενετσανόπουλου στην τελετή ταφής της τέφρας του Κ.Π. Βλ. στο http://kostasbosis.blogspot.gr/2012/09/blog-post.html
  24. Εφημερίδα «Ο ΑΡΑΧΘΟΣ», ό.π.
  25. Άννα Ματθαίου-Πόπη Πολέμη, «Η εκδοτική περιπέτεια των Ελλήνων κομμουνιστών. Από το βουνό στην υπερορία 1947-1968», εκδόσεις «Βιβλιόραμα-ΑΣΚΙ», Αθήνα 2003, σελ. 82
  26. Βενετία Αποστολίδου, «Τραύμα και μνήμη. Η λογοτεχνία των πολιτικών προσφύγων», εκδόσεις «ΠΟΛΙΣ», Αθήνα 2010, σελ. 41
  27. Βλ. Β΄Μέρος – ΤΟ ΕΡΓΟ
  28. Επιστολή στον Χρήστο Ν. Πουρναρά, 11/6/1964. Βλ. στο: http://kostasbosis.blogspot.gr/2012/01/blog-post.html
  29. Εφημερίδα «Ο ΑΡΑΧΘΟΣ», ό.π.
  30. Ο Κ.Π. αναφέρει σε επιστολές σε πρόσωπα του στενού συγγενικού περιβάλλοντός του τους λόγους που δεν επαναπατρίστηκε. Σε μία από αυτές, στην αδελφή του Βασίλω, με ημερομηνία 20/10/1986, θα γράψει: «Εγώ δεν μπορώ να ρθω. Πρέπει να πάψω να είμαι ρουμάνος υπήκοος, να εγκρίνει η ελληνική κυβέρνηση τον επαναπατρισμό, να μου δώσει ξανά την ελληνική υπηκοότητα και τότε δεν μπορώ να γυρίσω ξανά στη Ρουμανία. Έτσι εγώ θα μείνω αφτού και η Ιλεάνα δώ. Ο Κ. αυτό το ξέρει. Του το έγραψα. […] Αυτός θα δέχονταν να χωρίσει απ’ τη φαμίλια του και ογδόντα χρονών άνθρωπος να γυρίζει από σπίτι σε σπίτι, να του δώσουν ένα κομμάτι ψωμί να ζήσει;»
  31. Εφημερίδα ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, Απρίλης 1994,  "Έπαψε να χτυπά η καρδιά του συγγραφέα του Αη Στράτη". Βλ. και εδώ: http://kostasbosis.blogspot.gr/2012/11/blog-post_23.html
  32. Επιστολή στον Χρήστο Νταβαντζή, 19/1/1994. Βλ. στο: http://kostasbosis.blogspot.gr/2012/02/1.html
  33. Επιστολή στον ανηψιό του Κώστα Πουρναρά, 16/11/1993
  34. Επιστολή στον ανηψιό του Κώστα Πουρναρά, 23/6/1991
  35. Επιστολή στον Χρήστο Νταβαντζή, 24/2/1994
  36. Επιστολή, ό.π.
  37. Επιστολή στον Χρήστο Πουρναρά, 11/6/1964. Βλ. στο: http://kostasbosis.blogspot.gr/2012/01/blog-post.html
  38. Επιστολή στον ανηψιό του Κώστα Πουρναρά, 4/3/1990
  39. Επιστολή στον ανηψιό του Κώστα Πουρναρά, 14/5/1979
  40. «Η τελετή για την ταφή της τέφρας του Κώστα Πουρναρά στην Κυψέλη Άρτας». Βλ. στο: http://kostasbosis.blogspot.gr/2012/09/blog-post.html
  41. «Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος (1946-1949). Ιστορία και δράση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας μέσα από τις συλλογές των ΑΣΚΙ». Βλ. ψηφιακό αρχείο στο: http://62.103.28.111/ds/treeres.asp?mynode=73907&afteroot=~%CE%A0%CF%81%CE%BF%CF%82%20%CF%84%CE%B7%20%CE%BD%CE%AF%CE%BA%CE%B7
  42. Τζιάρας Κωνσταντίνος, Πρωτεύουσα Μεταπτυχιακή Εργασία με θέμα: «Ελληνικός προσφυγικός κομμουνιστικός τύπος στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Η περίπτωση του περιοδικού “Νέος Κόσμος”, 1949-1974». Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Βλ. στο: http://invenio.lib.auth.gr/record/67436/files/gri-2007-129.pdf?version=1
  43. Τζιάρας Κωνσταντίνος, ό.π.
  44. Κώστας Μπόσης, «Να περιμένεις», εφημερίδα του ΔΣΕ «ΠΡΟΣ ΤΗ ΝΙΚΗ» (αριθμός φύλλου 50, 2η σελίδα, 6 Απρίλη 1949). Βλ. και στο: http://kostasbosis.blogspot.gr/2011/12/blog-post.html
  45. Βενετία Αποστολίδου, ό.π., σελ. 59
  46. Κριτική της Έλλης Αλεξίου για το βιβλίο του Μπόση. Από το: "Άννα Ματθαίου-Πόπη Πολέμη", ό.π., σελ. 554-556. Βλ. και στο: «Η εποποιία του Γράμμου. Η Έλλη Αλεξίου γράφει για το βιβλίο του Κώστα Μπόση "Εμείς θα νικήσουμε"», στο: http://kostasbosis.blogspot.gr/2012/11/blog-post.html
  47. Άννα Ματθαίου- Πόπη Πολέμη, ό.π., σελ. 337
  48. «Κ. Μπόση, "Ο ΚΡΑΒΑΡΙΤΗΣ", κριτική-παρουσίαση. Άρθρο φίλης αναγνώστριας γραμμένο ειδικά για το ιστολόγιό μας». Βλ. στο: http://kostasbosis.blogspot.gr/2012/10/blog-post_5405.html
  49. Ανέκδοτη εργασία με θέμα «Η πολιτική σκέψη του Κώστα Μπόση στο μυθιστόρημα “ο Θωμάς ο Καρατζάς”» που θα δημοσιευτεί προσεχώς στο ιστολόγιο http://kostasbosis.blogspot.gr/

Σημ.: Στα αποσπάσματα από τα χειρόγραφα του Κώστα Πουρναρά κρατήθηκε η ορθογραφία του συγγραφέα.


Η εργασία αυτή δεν θα μπορούσε να ολοκληρωθεί χωρίς την σημαντική βοήθεια του Κώστα Γ. Πουρναρά ανηψιού του Κ.Π., και των συντρόφων και συχωριανών του Χρήστου Νταβαντζή και Χρήστου Ν. Πουρναρά, που προσέφεραν πρωτότυπο υλικό, ζωντανές μαρτυρίες, φωτογραφίες και αποκόμματα εφημερίδων. Το kostasbosis.blogspot.gr τους ευχαριστεί θερμά.


(Για τα ΝΕΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ που προστέθηκαν και για τις ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ που έγιναν στο αρχικό κείμενο της ανάρτησης, βλ. παρακάτω στα σχόλια.)

8 σχόλια:

sofia είπε...

Εξαιρετική δουλειά, επιμελημένη και τεκμηριωμένη για τη ζωή και το έργο ενός ανθρώπου που πριν λίγο καιρό, σε μένα τουλάχιστον , ήταν άγνωστος. Η επαφή με το έργο του Κώστα Μπόση έγινε αρχικά με την ανάγνωση - μελέτη των βιβλίων του. Η εικόνα του σχηματίζεται πλέον πιο ολοκληρωμένη μετά από αυτή τη σημαντική βιογραφική παρουσίαση.
Σου αξίζουν πολλά συγχαρητήρια για την προσπάθεια που κατέβαλες ,τη σοβαρότητα και το σεβασμό που αντιμετώπισες το υλικό σου.
Νομίζω ότι διαβάζοντας κάποιος τη βιογραφία του μπορεί να παρακινηθεί ώστε να γνωρίσει τον άνθρωπο,τον αγωνιστή ,τον ιδεολόγο και συγγραφέα Κώστα Μπόση μέσα από τις σελίδες των βιβλίων του που κυκλοφορούν.
Ευχής έργον θα ήταν η εκδήλωση ενδιαφέροντος για την έκδοση των αδημοσίευτων έργων και την επανέκδοση των εξαντλημένων εκδόσεων.

Την καλησπέρα μου και την εκτίμησή μου

kravaritis είπε...

Σοφία, τα λόγια αποκτούν τη σημασία που τους πρέπει αναλόγως ποιος σου τα λέει. Σε μένα είπαν πολλά. Σ’ ευχαριστώ πολύ. Η συμπαράστασή σου μου δίνει δύναμη να συνεχίσω. Να είσαι καλά.
Καλή δύναμη!

Ανώνυμος είπε...

Ο ΚΩΣΤΑΣ ΠΟΥΡΝΑΡΑΣ ΕΙΧΕ ΚΑΙ ΑΛΛΗ ΑΔΕΡΦΗ ΤΗΝ ΕΛΕΝΗ . ΝΑ ΤΟ ΔΙΟΡΘΩΣΕΤΕ

kravaritis είπε...

Ναί, έχετε δίκιο.
Σημαντική η παράλειψη.
Ευχαριστώ πολύ για τη διόρθωση.
Καλή δύναμη!

kravaritis είπε...

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ για ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΕΙΣ-ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ στην αρχική ανάρτηση.

Συμπλήρωση: στα αδέλφια του Κ.Π. προστέθηκε η Ελένη.

1η διόρθωση: Στο κείμενο για τη ζωή του Κ.Π., στην παράγραφο μεταξύ της 38ης και 39ης παραπομπής γράφτηκε αρχικά: «Δεν είναι τυχαίο πως στις αρχές της δεκαετίας του ΄80…»
ΤΟ ΣΩΣΤΟ ΕΙΝΑΙ: «Δεν είναι τυχαίο πως στα μέσα της δεκαετίας του ΄60 (1964 ή ΄65)…».

2η διόρθωση: Στην παραπομπή 9 γράφτηκε αρχικά: “Γεώργιος Κ. Πουρναράς – «μπαρμπα Γιωργάκης»”
ΤΟ ΣΩΣΤΟ ΕΙΝΑΙ: “Γεώργιος Χ. Πουρναράς – «μπαρμπα Γιωργάκης»”

kravaritis είπε...

2η ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ για ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ στην αρχική ανάρτηση.

1η διόρθωση: Στην παραπομπή 26 γράφτηκε αρχικά: Άννα Ματθαίου-Πόπη Πολέμη, «Η εκδοτική περιπέτεια των Ελλήνων κομμουνιστών. Από το βουνό στην υπερορία 1947-1968», εκδόσεις «Βιβλιόραμα-ΑΣΚΙ», Αθήνα 2003, σελ. 80
ΤΟ ΣΩΣΤΟ ΕΙΝΑΙ: Άννα Ματθαίου-Πόπη Πολέμη, «Η εκδοτική περιπέτεια των Ελλήνων κομμουνιστών. Από το βουνό στην υπερορία 1947-1968», εκδόσεις «Βιβλιόραμα-ΑΣΚΙ», Αθήνα 2003, σελ. 82

2η διόρθωση: Στο κείμενο για το έργο του Κ.Π., στην παράγραφο που αναφέρεται στον Λογοτεχνικό Κύκλο, καταργείται η παραπομπή αρ. 25 που καλυπτόταν αρχικά από τις παραπομπές 26 και 27, με αποτέλεσμα, από το σημείο αυτό και μέχρι το τέλος, να αλλάξει η αρίθμηση των παραπομπών.

ΕΥΡΥΤΑΝΑΣ ΙΧΝΗΛΑΤΗΣ είπε...

Αναδημοσιεύουμε σήμερα στη στήλη "ΕΜΦΑΣΗ" του blog "Eυρυτάνας ιχνηλάτης".

kravaritis είπε...

Ευχαριστώ φίλε Ευρυτάνα Ιχνηλάτη.
Καλή δύναμη!